Γιατί τα φετινά Όσκαρ ανοίγουν το δρόμο για τις γυναίκες κινηματογραφίστριες
Η Διεύθυνση Φωτογραφίας είναι το τελευταίο σύνορο για τις γυναίκες στα Όσκαρ.

Πέρα από τις έμφυλες κατηγορίες υποκριτικής, μετά από 93 χρόνια, η κατηγορία Καλύτερης Φωτογραφίας είναι η μόνη για την οποία γυναίκα δεν έχει κερδίσει ποτέ βραβείο.
Σύμφωνα με μια ετήσια έκθεση που εκπονήθηκε από το Κέντρο για τη Μελέτη των Γυναικών στην Τηλεόραση και τον Κινηματογράφο στο Κρατικό Πανεπιστήμιο του Σαν Ντιέγκο, μόνο το 6% των 250 ταινιών με τις μεγαλύτερες εισπράξεις στις ΗΠΑ πέρυσι, είχαν γυναίκα κινηματογραφίστρια.
Μέχρι σήμερα, μόνο μία γυναίκα έχει προταθεί από την Ακαδημία, η Rachel Morrison για το «Mudbound» του Dee Rees το 2017.
Όλα αυτά θα μπορούσαν σύντομα να αλλάξουν καθώς μια σειρά ταινιών με γυναίκες πίσω από τον φακό θα διεκδικήσουν βραβεία και αναγνώριση.
Η Ari Wegner, έχει ήδη κερδίσει βραβεία, συμπεριλαμβανομένων των ενώσεων κριτικών κινηματογράφου του Λος Άντζελες και της Νέας Υόρκης, ενώ η Claire Mathon (“Spencer”) και η Hélène Louvart (“The Lost Daughter”) έχει τιμηθεί με βραβεία.
The Power Of The Dog- Ari Wegner
“Υπάρχει κάτι πολύ πιο τρομακτικό στον ήχο των βημάτων κάποιου σε μια σκάλα… από κάποιον που τραβάει ένα όπλο” — Ari Wegner
Η Wegner αναδείχθηκε με τις indie ταινίες “Lady Macbeth”, “In Fabric” και “Zola” πριν από τη συνεργασία της με την Jane Campion για το “The Power of the Dog“, την πιο σημαντική ταινία της μέχρι σήμερα.

Η προσαρμογή του μυθιστορήματος του 1929 του Thomas Savage που έκανε η Campion, για δύο αδέρφια και τις και τις συνέπειες όταν ο ένας από τους δύο παντρεύεται μια νεαρή χήρα, δεν ήταν καθόλου απλή (και αυτό ήταν προτού ο Covid-19 επιβάλει μια παύση τεσσάρων μηνών στην παραγωγή το 2020).
Πρώτον, η ιστορία διαδραματίζεται στη Μοντάνα, αλλά η Μοντάνα είναι πολύ χτισμένη σήμερα για να παρέχει τον ατέλειωτο πράσινο ορίζοντα που απαιτείται. Η Campion στράφηκε στο Otago στη γενέτειρά της Νέα Ζηλανδία, πράγμα που σήμαινε ότι η Wegner έπρεπε να αιχμαλωτίσει την ομορφιά του τοπίου κρύβοντας την ταυτότητά του συγκεκριμένου μέρους.

«Η Jane και εγώ αγαπάμε τον πρόγραμμα», είπε η Wegner. Για ένα μήνα, οι δυο τους κοιτούσαν μαζί το σενάριο, επεξεργάζονταν μια ολοκληρωμένη λίστα γυρισμάτων: η Wegner με τις «μικρές μουτζούρες της» και η Campion με τα «όμορφα» σκίτσα της.
Οι δυο τους, δεν είχαν πραγματικό ενδιαφέρον για τα όπλα… Συγκεκριμένα είπαν ότι δεν τα βρίσκουν πραγματικά σέξι ή ότι προσθέτουν κάτι. Η ψυχολογική βία υπερισχύει της σωματικής βίας, με τον Phil Burbank του Benedict Cumberbatch να είναι ο κύριος εκφραστής αυτής της οπτικής.

Ο Phil, ο σκληρός αδερφός του συμπαθητικού George (Jesse Plemons), βασανίζει τη νέα του κουνιάδα Rose (Kirsten Dunst) και τον γιο της Peter (Kodi Smit-McPhee) για λόγους ακατανόητους. Η Wegner, γύρισε τις σκηνές στο σπίτι στο Μπέρμπανκ σε στυλ ταινίας τρόμου, υποστηρίζοντας ότι “υπάρχει κάτι πολύ πιο τρομακτικό στον ήχο των βημάτων κάποιου σε μια σκάλα… ή κάποιος που τραβάει μια καρέκλα πίσω από το τραπέζι… από κάποιον που τραβάει ένα όπλο».
Η Wegner, στηρίχθηκε στο σενάριο για να απεικονίσει τον Cumberbatch.

«Ήμουν εγώ και ο Phil — γιατί ο Benedict δεν ήταν εκεί στην πραγματικότητα», είπε η Wegner. «Ήταν λίγο σα να μπαίνεις σε ένα δωμάτιο με κάποιον που δεν είναι εύκολος άνθρωπος και πιθανώς έχει κάποια έντονα συναισθήματα. Αλλά αυτή ήταν η ενέργεια».
Η σκηνοθέτης ήξερε ότι ήθελε μια γυναίκα κινηματογραφίστρια για το έργο. «Ξέρω ότι είναι πιο δύσκολο για τις γυναίκες να έχουν μια ευκαιρία ως DOP (διευθύντρια φωτογραφίας), ακόμα και όταν είναι πολύ ταλαντούχες», είπε η Campion και με ένα ανδροκρατούμενο καστ, αναζήτησε «μια ισορροπία μεταξύ γυναικών και ανδρών.
Ανοίγονται ευκαιρίες για τις γυναίκες πίσω από τον φακό;
Η Wegner περιέγραψε την κινηματογραφική βιομηχανία ως «ένα πραγματικά αργό-κινούμενο πλοίο». «Ακόμα κι αν οι άνθρωποι θέλουν (ο κλάδος) να αλλάξει γρήγορα, χρειάζεται πολύς χρόνος για να αποκτήσουν οι άνθρωποι εμπειρία και να εκπαιδευτούν», είπε.
«Ελπίζω πραγματικά ότι κάποια στιγμή στη ζωή μου δεν θα χρειαστεί να συζητήσω για το ποιος θα συμμετάσχει στην ομάδα βάσει του φύλου τους», συνέχισε η ίδια.
Spencer- Claire Mathon
“Είναι κάτι περισσότερο από οικειότητα. Είναι σχεδόν εσωτερικότητα” — Claire Mathon, στα γυρίσματα της Kristen Stewart
Η Γαλλίδα κινηματογραφίστρια Claire Mathon είναι το μάτι πίσω από την κάμερα για 2 σημαντικές ταινίες του 2021: την “Spencer” του Χιλιανού σκηνοθέτη Pablo Larrain και την “Petite Maman” της συμπατριώτισσάς της Celine Sciamma.

Στην ταινία Spencer η κίνηση της κάμερας και της πρωταγωνίστριας γίνονται ένα. Κάποια πλάνα ήταν αυτοσχέδια, ενώ άλλα όχι, εξήγησε. Η μέθοδός της πλησιάζει την τέχνη που μιμείται τη ζωή, δεδομένου του πώς οι παπαράτσι καταδίωκαν την πραγματική Νταϊάνα, με την κάμερα στο χέρι.

“Δεν είχα έρθει ποτέ τόσο κοντά σε μια ηθοποιό με κάμερα. Κάποιες στιγμές φοβόμουν πως θα την άγγιζε η κάμερα”, είπε η Mathon. «Αλλά νομίζω ότι η ερμηνεία της έπαιξε με τον φακό… Είναι ένα από τα θέματα της ταινίας άλλωστε: η σχέση (της Νταϊάνα) ανάμεσα στο να κρύβεται και να κλειδώνει τον εαυτό της, ενώ την ίδια στιγμή βρίσκεται στο προσκήνιο».
«Εντέλει, το να είσαι κοντά στην (Diana) είναι κάτι ειλικρινές και, τελικά, πολύ απλό», είπε η Mathon.
The Lost Daughter- Helene Louvart
“Όταν η υποκριτική είναι καλή, είναι πολύ πιο εύκολο να κάνεις καλά γυρίσματα” –– Helene Louvart
Η Hélène Louvart είχε πάνω από 100 τίτλους στην καριέρα της πριν υπογράψει για την ταινία «The Lost Daughter», την μεταφορά της Maggie Gyllenhaal του ομώνυμου μυθιστορήματος της Elena Ferrante.

Η Γαλλίδα κινηματογραφίστρια γνώριζε το έργο της Ferrante, αφού είχε βρεθεί πίσω από την κάμερα για ορισμένα επεισόδια του “My Beautiful Friend”, της μεταφοράς του HBO των ναπολιτάνικων μυθιστορημάτων της. Η Gyllenhaal είχε δει τη σειρά, μαζί με μερικές ταινίες της Louvart, και της άρεσε το πώς αναδείκνυε τους ηθοποιούς. «Ήθελε να υπάρχει ελευθερία, διαίσθηση και αυτοσχεδιασμός», εξήγησε η Louvart.

Το ντεμπούτο της Gyllenhaal ως σκηνοθέτρια, καταγράφει δύο περιόδους στη ζωή της Leda, μιας ακαδημαϊκής της οποίας οι διακοπές διαταράσσονται από μια οικογένεια Αμερικάνων. Όταν το νεότερο μέλος της οικογένειας αυτής εξαφανίζεται, η Leda (Olivia Colman) βοηθάει να βρεθεί. Έτσι, δημιουργεί ένα δεσμό με τη μητέρα του παιδιού, Nina (Dakota Johnson) που της θυμίζει όσα η ίδια έζησε ως νεαρή μητέρα (Jessie Buckley) παγιδευμένη ανάμεσα στα παιδιά της και την καριέρα της.

«Θέλαμε να μείνουμε απλοί και να είμαστε κοντά στον χαρακτήρα», εξήγησε η Louvart, προσθέτοντας ότι η Gyllenhaal ήθελε το κοινό να νιώσει ότι είναι με τις δύο «Λήδες».
Και συνεχίζει: “Ο τρόπος με τον οποίο (η Gyllenhaal) σκηνοθετεί αυτούς τους χαρακτήρες, πρέπει να πω ότι είναι εκπληκτικός. Βλέποντάς την να σκηνοθετεί την Olivia ή την Jessie, έμαθα πολλά”.
«Όταν η υποκριτική είναι καλή, είναι πολύ πιο εύκολο να κάνεις καλά γυρίσματα», πρόσθεσε. «Μερικές φορές το μόνο που χρειάζεται είναι να βρίσκεσαι στο γύρισμα».
“Εντυπωσιάστηκα τόσο πολύ με τη δουλειά της Gyllenhaal”. “Ο κινηματογράφος είναι μια διεθνής γλώσσα. Eγώ κατάλαβα εκείνη, εκείνη κατάλαβε εμένα. Σίγουρα θα συνεχίσουμε.”
Ακολουθήστε το Entertainment Weekly στα social media:
★ Facebook ★ Instagram ★ Twitter ★ Spotify
Διαβάστε επίσης: